"Και προσελθών ο Ιησούς ελάλησεν αυτοίς λέγων΄ εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γής. πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν΄ και ιδού εγώ μεθ΄ υμών είμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. Αμήν."(Ματθ.ΚΗ΄, 18,19,20).
"Ούτος έστιν ο ελθών δι΄ύδατος και αίματος, Ιησούς Χριστός΄ ουκ εν τω ύδατι μόνον, αλλ΄εν τω ύδατι και τω αίματι΄και το Πνεύμα έστι το μαρτυρούν, ότι το Πνεύμα έστιν η αλήθεια. ότι τρεις είσιν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρείς εν είσι.
Και τρείς είσιν οι μαρτυρούντες εν τη γη, το Πνεύμα και το ύδωρ και το αίμα, και οι τρείς εις το έν είσιν." (Α΄Ιωάννου, κεφ. Ε΄, στιχ. 6-9).
"Τριάς υπερούσιε, υπεράγαθε, υπέρθεε, παντοδύναμε, παντεπίσκοπε, αόρατε, ακατάληπτε, Δημιουργέ των νοερών ουσιών και των λογικών φύσεων, η έμφυτος αγαθότης, το φως το απρόσιτον και αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, λάμψον καμοί τω αναξίω δούλω Σου, φώτισόν μου της διανοίας τα όμματα, όπως ανυμνήσαι τολμήσω την άμετρον ευεργεσίαν και δύναμιν... "Αγίου Σωφρονίου Πατριάρχου Ιεροσολύμων.
<<Και είπεν ο Θεός΄ Ποιήσωμεν άνθρωπον>> (Γένεσις, Α΄, 26).
"Ακούς, ω χριστόμαχε, ότι συνομιλεί με τον συνεργόν της δημιουργίας,"δι΄ου τα πάντα εγένετο", (Ιωαν. Α, 3), "δι΄ου και τους αιώνας εποίησε", και ο οποίος κρατεί τα σύμπαντα τω "ρήματι της δυνάμεως Αυτού" (Εβρ. α΄, 2,3);
Εις ποίον λέγει "κατ΄εικόνα ημετέραν"; Εις ποίον άλλον παρά εις Εκείνον, που είναι "απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού" (Εβρ. α΄, 3), "ος έστιν εικών του Θεού" του αοράτου (Β΄ Κορινθ. δ΄, 4); Βεβαίως το λέγει προς την ιδικήν Του ζωντανήν εικόνα, (προς τον Μονογενή Υιόν Του δηλαδή, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν), ο οποίος Χριστός είπεν: "Εγώ και ο Πατήρ εν έσμεν" (Ιωαν. Ι΄,30), και "ο εωρακώς εμέ, εώρακε τον Πατέρα" (Ιωαν. ιδ΄, 9). Πρός Αυτόν λέγει "Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ΄εικόνα ημετέραν"΄όπου μία είναι η εικών, που είναι η ανομοιότης;" Από την εξαήμερον δημιουργία κατά τον Άγιον και Μέγα Βασίλειον.
Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού:
"Πιστεύομεν τοιγαρούν εις ένα Θεόν, μίαν αρχήν άναρχον, άκτιστον, αγέννητον, ανόλεθρόν τε και αθάνατον, αιώνιον, άπειρον, απερίγραπτον, απεριόριστον, απειροδύναμον, απλήν, ασύνθετον, ασώματον, άρρευστον, απαθή, άτρεπτον, αναλλοίωτον, αόρατον, πηγήν αγαθότητος και δικαιοσύνης, φως νοερόν, απρόσιτον, δύναμιν ουδενί μέτρω γνωριζομένην, μόνω δε τω οικείω βουλήματι μετρουμένην- πάντα γαρ, όσα θέλει, δύναται-πάντων κτισμάτων ορατών τε και αοράτων ποιητικήν, πάντων συνεκτικήν και συντηρητικήν, πάντων προνοητικήν, πάντων κρατούσαν και βασιλεύουσαν ατελευτήτω και αθανάτω βασιλεία, μηδέν εναντίον έχουσα, πάντα πληρούσαν, υπ΄ουδενός περιεχομένην, αυτήν δε μάλλον περιέχουσαν τα σύμπαντα και συνέχουσαν και προέχουσαν΄ αχράντως ταις όλαις ουσίαις επιβατεύουσαν και πάντων επέκεινα και πάσης ουσίας εξηρημένην ως υπερούσιον και υπέρ τα όντα ούσαν, υπέρθεον, υπεράγαθον, υπερπλήρη, τας όλας αρχάς και τάξεις αφορίζουσαν και πάσης αρχής και τάξεως υπεριδρυμένην υπέρ ουσίαν και ζωήν και λόγον και έννοιαν , αυτοφώς, αυτοαγαθότητα, αυτοζωήν, αυτοουσίαν ως μη παρ΄ετέρου το είναι έχουσαν ή τι των όσα εστίν, αυτήν δε πηγήν ούσαν του είναι τοις ούσι, τοις ζώσι της ζωής, τοις λόγου μετέχουσι του λόγου, τοις πάσιν πάντων αγαθών αιτίαν΄ πάντα ειδυίαν πριν γενέσεως αυτών΄ μίαν ουσίαν, μίαν θεότητα, μίαν δύναμιν, μίαν θέλησιν, μίαν ενέργειαν, μίαν αρχήν, μίαν εξουσίαν, μίαν κυριότητα, μίαν βασιλείαν, εν τρισί τελείαις υποστάσεσι γνωριζομένην τε και προσκυνουμένην μιά προσκυνήσει, πιστευομένην τε και λατρευομένην υπό πάσης λογικής κτίσεως ασυγχύτως ηνωμέναις και αδιαστάτως διαιρουμέναις΄ εις Πατέρα και Υιόν και Άγιον Πνεύμα, εις α και βεβαπτίσμεθα΄ ούτω γαρ ο Κύριος τοις αποστόλοις βαπτίζειν ενετείλατο΄<< βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος>>.
Εις ένα Πατέρα, την πάντων αρχήν και αιτίαν, ουκ εκ τινος γεννηθέντα, αναίτιον δε και αγέννητον μόνον υπάρχοντα, πάντων μεν ποιητήν, ενός δε μόνου Πατέρα φύσει του μονογενούς Υιού Αυτού, Κυρίου δε και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και προβολέα του Αγίου Πνεύματος.
Και εις ένα Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων, φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν, εκ Θεού αληθινού γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι ου τα πάντα εγένετο.
<<Πρό πάντων των αιώνων>> λέγοντες, δείκνυμεν ότι άχρονος και άναρχος αυτού η γέννησις΄ ου γαρ εκ του μη όντος εις το είναι παρήχθη ο Υιός του Θεού, το απαύγασμα της δόξης, ο χαρακτήρ της του Πατρός υποστάσεως, η ζώσα σοφία και δύναμις, ο λόγος ο ενυπόστατος, η ουσιώδης και τελεία και ζώσα εικών του αοράτου Θεού, αλλ΄αεί ην συν τω Πατρί και εν Αυτώ αϊδίως και ανάρχως εξ Αυτού γεγεννημένος΄ ου γαρ ην ποτε ο Πατήρ, ότε ουκ ην ο Υιός, αλλ΄άμα Πατήρ, άμα Υιός εξ Αυτού γεγεννημένος΄ Πατήρ γαρ εκτός Υιού ουκ αν κληθείη. Ει δε ην μη έχων Υιόν, ουκ ην Πατήρ, και ει μετά ταύτα έσχεν Υιόν, μετά ταύτα εγένετο Πατήρ μη ων προ τούτου Πατήρ και ετράπη εκ του μη είναι Πατήρ εις το γενέσθαι Πατήρ, όπερ πάσης βλασφημίας εστί χαλεπώτερον.
Αδύνατον γαρ τον Θεόν ειπείν έρημον της φυσικής γονιμότητος΄ η δε γονιμότης το εξ αυτού ήγουν εκ της ιδίας ουσίας όμοιον κατά φύσιν γεννάν.
Επί μεν ουν της του Υιού γεννήσεως ασεβές λέγειν χρόνον μεσιτεύσαι ή μετά τον Πατέρα την του Υιού γενέσθαι ύπαρξιν. Εξ Αυτού γαρ, ήγουν της του Πατρός φύσεώς φαμεν την του Υιού γέννησιν.
Και ει μη εξ αρχής δώμεν τον Υιόν συνυπάρχειν τω Πατρί εξ Αυτού γεγεννημένον, τροπήν της του Πατρός υποστάσεως παρεισάγομεν΄ ότι μη ων Πατήρ ύστερον εγένετο Πατήρ΄ η γαρ κτίσις, ει και μετά ταύτα γέγονεν, αλλ΄ουκ εκ της του Θεού ουσίας, εκ δε του μη όντος εις το είναι βουλήσει και δυνάμει Αυτού παρήχθη, και ουχ άπτεται τροπή της του Θεού φύσεως.
Γέννησις μεν γαρ έστι το εκ της ουσίας του γεννώντος προάγεσθαι το γεννώμενον όμοιον κατ΄ουσίαν, κτίσις δε και ποίησις το έξωθεν και ουκ εκ της ουσίας του κτίζοντος και ποιούντος γίνεσθαι το κτιζόμενον και ποιούμενον ανόμοιον παντελώς.
Επί μεν ουν του μόνου απαθούς και αναλλοιώτου και ατρέπτου και αεί ωσαύτως έχοντος Θεού και το γεννάν και το κτίζειν απαθές΄ φύσει γαρ ων απαθής και άρρευστος ως απλούς και ασύνθετος, ου πέφυκεν υπομένειν πάθος ή ρεύσιν ούτε εν τω γεννάν ούτε εν τω κτίζειν ουδέ τινός συνεργείας δείται, αλλ΄η μεν γέννησις άναρχος και αϊδιος φύσεως έργον ούσα και εκ της ουσίας αυτού προάγουσα, ίνα τροπήν ο γεννών μη υπομείνη και ίνα μη Θεός πρώτος και Θεός ύστερος είη και προσθήκηνν δέξηται. Η δε κτίσις επί Θεού θελήσεως έργον ούσα ου συναϊδιός έστι τω Θεώ, επειδή ου πέφυκε το εκ του μη όντος εις το είναι παραγόμενον συναϊδιον είναι τω ανάρχω και αεί όντι.
Ώσπερ τοίνυν ουχ ομοίως ποιεί άνθρωπος και Θεός- ο μεν γαρ άνθρωπος ουδέν εκ του μη όντος εις το είναι παράγει, αλλ΄όπερ ποιεί εκ προϋποκειμένης ύλης ποιεί, ου θελήσας μόνον αλλά και προεπινοήσας, και εν τω νω ανατυπώσας το γενησόμενον, είτα και χερσίν εργασάμενος και κόπον υπομείνας και κάματον, πολλάκις δε και αστοχήσας μη αποβάντος, καθά βούλεται του επιτηδεύματος΄ ο δε Θεός θελήσας μόνον εκ του μη όντος εις το είναι τα πάντα παρήγαγεν- ούτως ουδέ ομοίως γεννά Θεός και άνθρωπος.
Ο μεν γαρ Θεός άχρονος ων και άναρχος και απαθής και άρρευστος και ασώματος και μόνος και ατελεύτητος αχρόνως και ανάρχως και απαθώς και αρρεύστως γεννά και εκτός συνδυασμού΄ και ούτε αρχήν έχει η ακατάληπτος Αυτού γέννησις, ούτε τέλος. Και ανάρχως μεν δια το άτρεπτον, αρρεύστως δε δια το απαθές και ασώματον΄ εκτός δε συνδυασμού διά τε το ασώματον πάλιν και ένα μόνον είναι Θεόν απροσδεή ετέρου΄ ατελευτήτως δε και ακαταπαύστως δια τε το άναρχον και άχρονον και ατελεύητητον και αεί ωσαύτως έχειν΄ το γαρ άναρχον και ατελεύτητον, το δε χάριτι ατελεύτητον ου πάντως άναρχον ώσπερ οι άγγελοι.
Γεννά τοίνυν ο αεί ων Θεός τον εαυτού Λόγον τέλειον όντα ανάρχως και ατελευτήτως, ίνα μη εν χρόνω τίκτη Θεός ο χρόνου ανωτέραν έχων την τε φύσιν και την ύπαρξιν.
Ο δε άνθρωπος δήλον ως εναντίως γεννά υπό γένεσιν τελών και φθοράν και ρεύσιν και πληθυσμόν και σώμα περικείμενος και το άρρεν και το θήλυ εν τη φύσει κεκτημένος΄ ενδεές γαρ το άρρεν της του θήλεως βοηθείας. Αλλ΄ίλεως είη ο πάντων επέκεινα και πάσαν νόησιν και κατάληψιν υπερκείμενος.
Διδάσκει ουν η Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία άμα Πατέρα και άμα τον μονογενή Αυτού Υιόν εξ΄Αυτού γεγεννημένον αχρόνως και αρρεύστως και απαθώς και ακαταλήπτως, ως μόνος ο των όλων οίδε Θεός.
Ώσπερ άμα το πυρ και άμα το εξ΄αυτού φώς, και ου πρώτον το πυρ και μετά ταύτα το φως αλλ΄άμα΄ και ώσπερ το φως εκ του πυρός αεί γεννώμενον αεί εν αυτώ έστι μηδαμώς αυτού χωριζόμενον, ούτω και ο Υιός εκ του Πατρός γεννάται μηδαμώς Αυτού χωριζόμενος, αλλ΄αεί εν Αυτώ έστιν. Αλλά το μεν φως εκ του πυρός γεννώμενον αχωρίστως, και εν αυτώ αεί μένον ουκ έχει ιδίαν υπόστασιν παρά το πυρ- ποιότης γαρ εστι φυσική του πυρός-, ο δε Υιός του Θεού ο μονογενής εκ Πατρός γεννηθείς αχωρίστως και αδιαστάτως και εν Αυτώ μένων αεί έχειν ιδίαν υπόστασιν παρά την του Πατρός.
Λόγος μεν ουν και απαύγασμα λέγεται δια το άνευ συνδυασμού και απαθώς και αχρόνως και αρρεύστως και αχωρίστως γεγεννήσθαι εκ του Πατρός, Υιός δε και χαρακτήρ της πατρικής υποστάσεως δια το τέλειον και ενυπόστατον και κατά πάντα όμοιον τω Πατρί είναι πλην της αγεννησίας, μονογενής δε, ότι μόνος εκ μόνου του Πατρός εγεννήθη. Ουδέ γαρ ομοιούται ετέρα γέννησις τη του Υιού του Θεού γεννήσει, ουδέ γαρ έστιν άλλος Υιός του Θεού.
Ει γαρ και το Πνεύμα το Άγιον εκ του Πατρός εκπορεύεται, αλλ΄ου γεννητώς αλλ΄εκπορευτώς. Άλλος τρόπος υπάρξεως ούτος, άληπτός τε και άγνωστος, ώσπερ και η του Υιού γέννησις.
Διο και πάντα, όσα έχει ο Πατήρ, Αυτού είσι πλην της αγεννησίας, ήτις ου σημαίνει ουσίας διαφοράν ουδέ αξίωμα, αλλά τρόπον υπάρξεως΄ ώσπερ και ο Αδάμ αγέννητος ων- πλάσμα γαρ έστι Θεού- και ο Σήθ γεννητός- υιός γαρ έστιν του Αδάμ- και η Εύα εκ της του Αδάμ πλευράς εκπορευθείσα- ου γαρ εγεννήθη αύτη, ου φύσει διαφέρουσιν αλλήλων- άνθρωποι γαρ είσιν-, αλλά το της υπάρξεως τρόπω.
Χρη γαρ ειδέναι, ότι το αγένητον δια του ενός Νυ γραφόμενον το άκτιστον, ήτοι το μη γενόμενον σημαίνει΄ το δε αγέννητον δια των δύο Νυ γραφόμενον δηλοί το μη γεννηθέν. Κατά μεν ουν το πρώτον σημαινόμενον διαφέρει ουσία ουσίας΄ άλλη γαρ ουσία η άκτιστος, ήτοι αγένητος δια του ενός Νυ, και άλλη η γενητή, ήτοι κτιστή. Κατά δε το δεύτερον σημαινόμενον ου διαφέρει ουσία ουσίας΄ παντός γαρ είδους ζώων η πρώτη υπόστασις αγέννητός έστιν, αλλ΄ ουκ αγένητος΄ εκτίσθησαν μεν γαρ υπό του δημιουργού τω Λόγω Αυτού παραχθέντα εις γένεσιν, ου μην εγεννήθησαν μη προυπάρχοντος ετέρου ομοειδούς, εξ΄ου γεννηθώσι.
Κατά μεν ουν το πρώτον σημαινόμενον κοινωνούσιν αι τρείς της αγίας θεότητος υπέρθεοι υποστάσεις΄ ομοούσιοι γαρ και άκτιστοι υπάρχουσι.
Κατά δε το δεύτερον σημαινόμενον ουδαμώς΄ μόνος γαρ ο Πατήρ αγέννητος΄ου γαρ εξ ετέρας εστίν Αυτώ υποστάσεως το είναι.
Και μόνος ο Υιός γεννητός΄ εκ της του Πατρός γαρ ουσίας ανάρχως και αχρόνως γεγέννηται.
Και μόνον το Πνεύμα το Άγιον εκπορευτόν εκ της ουσίας του Πατρός, ου γεννώμενον αλλ΄εκπορευόμενον.
Ούτω μεν της θείας διδασκούσης Γραφής, του δε τρόπου της γεννήσεως και της εκπορεύσεως ακαταλήπτου υπάρχοντος.
Και τούτο δε ιστέον, ως ουκ εξ ημών μετηνέχθη επί την μακαρίαν θεότητα το της πατρότητος και υιότητος και εκπορεύσεως όνομα΄ τουναντίον δε εκείθεν ημίν μεταδέδοται, ως φησιν ο θείος απόστολος΄ << Δια τούτο κάμπτω τα γόνατα μου προς τον Πατέρα, εξ΄ου πάσα πατριά εν ουρανώ και επί γης>>.
Ει δε λέγομεν τον Πατέρα αρχήν είναι του Υιού και μείζονα, ου προτερεύειν Αυτόν του Υιού χρόνω ή φύσει υποφαίνομεν, << δι΄Αυτού γαρ τους αιώνας εποίησεν>>, ουδέ καθ΄έτερον τι, ει μη κατά το αίτιον, τουτέστιν ότι ο Υιός εκ του Πατρός εγεννήθη και ουχ ο Πατήρ εκ του Υιού και ότι ο Πατήρ αίτιός έστι του Υιού φυσικώς, ώσπερ ουκ εκ του φωτός το πυρ φαμεν προέρχεσθαι, αλλά το φως μάλλον εκ του πυρός.
Ότε ουν ακούσωμεν αρχήν και μείζοντα του Υιού τον Πατέρα, τω αιτίω νοήσωμεν.
Και ώσπερ ου λέγομεν ετέρας ουσίας το πυρ και ετέρας το φως, ούτως ουχ οίόν τε φάναι ετέρας ουσίας τον Πατέρα και το Υιόν ετέρας, αλλά μιας και της αυτής.
Και καθάπερ φαμέν διά του εξ αυτού προερχομένου φωτός φαίνειν το πυρ και ου τιθέμεθα όργανον υπουργικόν είναι του πυρός το εξ αυτού φως, δύναμιν δε μάλλον φυσικήν, ούτω λέγομεν τον Πατέρα πάντα όσα ποιεί, δια του μονογενούς Αυτού Υιού ποιείν ουχ ως δι΄οργάνου λειτουργικού, αλλά φυσικής και ενυποστάτου δυνάμεως.
Και ώσπερ λέγομεν το πυρ φωτίζειν και πάλιν φαμέν το φως του πυρός φωτίζειν, ούτω << πάντα όσα ποιεί ο Πατήρ, ομοίως και ο Υιός ποιεί>>. Αλλά το μεν φως ουκ ιδίαν υπόστασιν παρά το πυρ κέκτηται, ο δε Υιός τελεία υπόστασίς εστι της πατρικής αχώριστος υποστάσεως, ως ανωτέρω παρεστήσαμεν.
Αδύνατον γαρ ευρεθήναι εν τη κτίσει εικόνα απαραλλάκτως εν εαυτή τον τρόπον της Αγίας Τριάδος παραδεικνύουσαν. Το γαρ κτιστόν και σύνθετον και ρευστόν και τρεπτόν και περιγραπτόν και σχήμα έχον και φθαρτόν, πως σαφώς δηλώσει την πάντων τούτων απηλλαγμένην υπερούσιον θείαν ουσίαν; Πάσα δε η κτίσις δήλον ως τοις πλείοσι τούτων ενέχεται και πάσα κατά την εαυτής φύσιν τη φθορά υπόκειται.
Ομοίως πιστεύομεν και εις έν Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον και ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόεμενον και εν Υιώ αναπαυόμενον, το τω Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον ως ομοούσιόν τε και συναϊδιον, το του Θεού Πνεύμα, το ευθές, το ηγεμονικόν, την πηγήν της ζωής και του αγιασμού, Θεόν συν Πατρί και Υιώ υπάρχον και προσαγορευόμενον, άκτιστον, πλήρες, δημιουργικόν, παντοκρατορικόν, παντουργόν, παντοδύναμον, απειροδύναμον, δεσπόζον πάσης της κτίσεως, ου δεσποζόμενον, πληρούν, ου πληρούμενον, μετεχόμενον, ου μετέχον, αγιάζον, ουχ αγιαζόμενον, παράκλητον, ως τας των όλων παρακλήσεις δεχόμενον, κατά πάντα όμοιον τω Πατρί και τω Υιώ, εκ του Πατρός εκπορευόμενον και δι Υιού μεταδιδόμενον και μεταλαμβανόμενον υπό πάσης της κτίσεως και δι΄εαυτού κτίζον και ουσιούν τα σύμπαντα και αγιάζον και συνέχον, ενυπόστατον, ήτοι εν ιδία υποστάσει υπάρχον, αχώριστον και ανεκφοίτητον Πατρός και Υιού και πάντα έχον, όσα έχει ο Πατήρ και ο Υιός, πλην της αγεννησίας και της γεννήσεως.
Ο μεν γαρ Πατήρ αναίτιος και αγέννητος- ου γαρ εκ τινός΄ εξ εαυτού γαρ το είναι έχει, ουδέ τι των όσα περ εξ΄ετέρου έχει, Αυτός δε μάλλόν έστιν αρχή και αιτία του είναι και του πως είναι φυσικώς τοις πάσιν.
Ο δε Υιός εκ του Πατρός γεννητώς΄το δε Πνεύμα το Άγιον και αυτό μεν εκ του Πατρός, αλλ΄ου γεννητώς αλλ΄εκπορευτώς. Και ότι μεν έστι διαφορά γεννήσεως και εκπορεύσεως, μεμαθήκαμεν΄τις δε ο τρόπος της διαφοράς, ουδαμώς. Άμα δε και η Υιού εκ του Πατρός γέννησις, και η του Αγίου Πνεύματος εκπόρευσις.
Πάντα ουν, όσα έχει ο Υιός, και το Πνεύμα εκ του Πατρός έχει και αυτό το είναι. Και ει μη ο Πατήρ έστιν, ουδέ ο Υιός έστιν, ουδέ το Πνεύμα. Και ει μη ο Πατήρ έχει τι, ουδέ ο Υιός έχει, ουδέ το Πνεύμα.
Και δια τον Πατέρα, τουτέστιν δια το είναι τον Πατέρα, έστιν ο Υιός και το Πνεύμα.
Και δια τον Πατέρα έχει ο Υιός και το Πνεύμα πάντα, α έχει, τουτέστι δια το τον Πατέρα έχειν αυτά, πλην της αγεννησίας και της γεννήσεως και της εκπορεύσεως. Εν ταύταις γαρ μόναις ταις υποστατικαίς ιδιότησι διαφέρουσιν αλλήλων αι άγιαι τρείς υποστάσεις, ουκ ουσία, τω δε χαρακτηριστικώ της οικείας υποστάσεως αδιαιρέτως διαιρούμεναι.
Φαμέν δε έκαστον των τριών τελείαν έχειν υπόστασιν, ίνα μη εκ τριών ατελών μίαν σύνθετον φύσιν τελείαν γνωρίσωμεν, αλλ΄εν τρισί τελείαις υποστάσεσι μίαν απλήν ουσίαν, υπερτελή και προτέλειον΄ παν γαρ εξ ατελών συγκείμενον σύνθετον πάντως εστίν, εκ δε τελείων υποστάσεων, αδύνατον σύνθεσιν γενέσθαι. Όθεν ουδέ λέγομεν το είδος εξ΄υποστάσεων, αλλ΄εν υποστάσεσιν. Ατελών δε είπομεν των μη σωζόντων το είδος του εξ αυτών αποτελουμένου πράγματος.
Τελείας μεν ουν τας υποστάσεις φαμέν, ίνα μη σύνθεσιν επί της θείας νοήσωμεν φύσεως΄
<< σύνθεσις γαρ αρχή διαστάσεως>>. Και πάλιν εν αλλήλαις τας τρεις υποστάσεις λέγομεν, ίνα μη πλήθος και δήμον θεών εισαγάγωμεν. Δια μεν των τριών υποστάσεων το ασύνθετον και ασύγχυτον, δια δε του ομοουσίου και εν αλλήλαις είναι τας υποστάσεις και της ταυτότητος του θελήματός τε και της ενεργείας και της δυνάμεως και της εξουσίας και της κινήσεως ίνα ούτως είπω, το αδιαίρετον και το είναι ένα Θεόν."
Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως:
"΄Ενα Θεόν τρισήλιον, την τρισυπόστατον θεότητα, ομολογώ΄ μίαν Θεότητα άναρχον, αϊδιον, απλήν, υπερούσιον, αμέριστον κηρύττω΄ την αυτήν Μονάδα και Τριάδα΄ όλην Μονάδα την αυτήν, και όλην τριάδα την αυτήν΄ Μονάδα όλην κατ΄ουσίαν την αυτήν, και Τριάδα όλην κατά τας υποστάσεις την αυτήν πιστεύω και ομολογώ΄ διότι μία Θεότης ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, μία δύναμις, μία σύνταξις, μία προσκύνησις η της ομοουσίου Τριάδος΄ διότι μία και η αυτή φύσις και ουσία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος".
Δόξα τω Αγίω Πατρί, τω Αγίω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι και νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. Τριάς Αγία, δόξα Σοι. Αμήν.
"Εισί δε τινές, οι και την θείαν δόξαν της πανσθενουργού κατέλαβον Τριάδος, ισχνώς, αμυδρώς, αλλ΄εδόξασαν όμως". Περί της αθανασίας της ψυχής και περί των ιερών μνημοσύνων του Αγίου Νεκταρίου.
Μαρίνα Ζηδιανάκη.