Ένα γράμμα διάβασα στον μέγα συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και το αντιγράφω:
"Γυνή τις χήρα, υπερέχουσα κατά τον πλούτον και την ευγένειαν των άλλων γυναικών της Καισαρείας, υποδουλώσασα εαυτήν εις την γαστριμαργίαν και την ασωτίαν και την εαυτής ψυχήν δια των άλλων σαρκικών παθών καταμολύνασα, κακήν κακώς διεσκόρπισε την περιουσίαν της. Κατόπιν δε, κλονισθείσα επειδή ενεθυμήθη την αιωνίαν κόλασιν, απεφάσισε να μεταβή ίνα εξομολογηθή τας αμαρτίας αυτής ενώπιον του Αγίου.
(Μέγα και ιερόν και τούτο το μυστήριον της μετανοίας-εξομολογήσεως. "Και εβαπτίζοντο εν τω Ιορδάνη υπό του Ιωάννου εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών". Η εξομολόγησις είναι εξαγόρευσις εκούσιος και ειλικρινής των πεπραγμένων αμαρτημάτων άνευ αιδούς και συστολής, και αυτοκατηγορία μετά συντετριμμένης καρδίας ενώπιον του προσώπου (ιερέα) του υπό της Εκκλησίας τεταγμένου προς άφεσιν αμαρτιών και προς διόρθωσιν ).
(Μέγα και ιερόν και τούτο το μυστήριον της μετανοίας-εξομολογήσεως. "Και εβαπτίζοντο εν τω Ιορδάνη υπό του Ιωάννου εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών". Η εξομολόγησις είναι εξαγόρευσις εκούσιος και ειλικρινής των πεπραγμένων αμαρτημάτων άνευ αιδούς και συστολής, και αυτοκατηγορία μετά συντετριμμένης καρδίας ενώπιον του προσώπου (ιερέα) του υπό της Εκκλησίας τεταγμένου προς άφεσιν αμαρτιών και προς διόρθωσιν ).
Αλλ΄ο εχθρός της σωτηρίας των ανθρώπων διάβολος έφερεν εις τον λογισμόν αυτής εντροπήν των έργων της και ούτω ημπόδιζε ταύτην να έλθη εις μετάνοιαν, δια της εξομολογήσεως της. Τι λοιπόν εσκέφθη εκείνη; Έγραψεν επί χάρτου πάσας τας αμαρτίας αυτής, τελευταίαν δε πάντων έγραψε μίαν θανάσιμον αμαρτίαν και κατόπιν εσφράγισε το γράμμα καταλλήλως. Ενώ δε ο Άγιος Βασίλειος μετέβαινεν εις την Εκκλησίαν, έρριψε τούτο προ των ποδών αυτού, μετά δακρύων ειπούσα΄ <<Ελέησόν με, Άγιε του Θεού, εμέ την περισσότερον αμαρτωλήν πάντων των ανθρώπων>>.
Σταθείς δε ο Άγιος ηρώτησεν αυτήν, τις η αιτία των τόσων δακρύων. Εκείνη τότε απάντησε΄<<Δέσποτα Άγιε, όλας τας αμαρτίας έγραψα εις το γράμμα τούτο και παρακαλώ την αγιωσύνην σου να μη το ανοίξης, αλλά μόνον δια της προσευχής σου να εξαλείψης τας αμαρτίας μου>>. Ο δε Άγιος, λαβών τον χάρτην και αναβλέψας εις τον ουρανόν, προσηυχήθη ούτω' << Ιδικόν Σου έργον είναι, Δέσποτα Άγιε, Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, να συγχωρήσης τας αμαρτίας της δούλης Σου ταύτης, διότι συ ως αγαθός και φιλάνθρωπος, εβάστασας τας αμαρτίας των ανθρώπων, αυτός ων αναμάρτητος>>.
Ταύτα ειπών ο Άγιος εισήλθεν εις την Εκκλησίαν και ήρχισε να τελή την θείαν Λειτουργίαν κρατών το γράμμα. Μετά δε την απόλυσιν προσεκάλεσε την γυναίκα εκείνην, εις την οποίαν παρέδωσε το γράμμα, ειπών΄<< Ήκουσες, γύναι, ότι ουδείς δύναται να συγχωρή αμαρτίας, ειμή μόνον ο Θεός>>;
Εκείνη δε απήντησεν΄ <<΄Ηκουσα, Δέσποτα Άγιε, και δια τούτο σε παρεκάλεσα να ικετεύσης τον Θεόν υπέρ αφέσεως των αμαρτιών μου>>. Ταύτα ειπούσα η γυνή ήνοιξε τον χάρτην, και ω του θαύματος! εύρεν αυτόν όλως άγραφον, μόνον δε εκείνο το οποίον έγραψεν η γυνή εις το τέλος έμεινε γεγραμμένον. Τούτο ιδούσα η γυνή ωλογοψύχησε και τύψασα το στήθος δια των χειρών, έπεσεν εις τούς πόδας του Αγίου κρατούσα το γράμμα και λέγουσα΄<<Ελέησόν με Άγιε του Θεού του Υψίστου, και ως δια των αγίων σου προσευχών εξηλείφθησαν αι άλλαι μου αμαρτίαι, ούτω δεήθητι εις τον Θεόν να εξαληφθή και αύτη μου η ανομία>>. Ο δε Άγιος, δακρύσας, είπε προς αυτήν΄<<Εγέρθητι, ω γύναι, διότι και εγώ άνθρωπος αμαρτωλός είμαι και έχω και εγώ ανάγκην συγχωρήσεως. Άπελθε εις την έρημον και ζήτησον μέγα τινά ασκητήν ονομαζόμενον Εφραίμ, εκείνος δε, αφού αναπέμψη δέησιν προς τον Θεόν, θέλει εξαλείψει την αμαρτίαν σου>>.
Λαβούσα λοιπόν η γυνή ως αγαθόν συνοδοιπόρον την ευχήν του Αγίου έφθασεν εις την έρημον και εύρε τον Όσιον Εφραίμ. Προσπεσούσα τότε εις τους πόδας αυτού έρριψε τον χάρτην ειπούσα΄<< Ο Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας Μέγας Βασίλειος με έστειλε προς σέ, ίνα, αφού προσευχηθής εις τον Θεόν, εξαλείψης το θανάσιμον αμάρτημά μου >>. Τούτο ακούσας ο Όσιος Εφραίμ είπεν΄<< όχι, τέκνον, διότι εκείνος όστις παρεκάλεσε τον Θεόν και συνεχωρήθησαν αι πολλαί σου αμαρτίαι, δύναται να παρακαλέση και δια την μίαν. Ύπαγε λοιπόν, τέκνον μου, και μη σταθής, δια να τον προφθάσης ζώντα, διότι, έως ότου επιστρέψης, θέλεις τον εύρει νεκρόν>>. Ως ήκουσεν η γυνή τους λόγους τούτους, έσπευσε δρομαίως, αλλ΄ όταν εισήρχετο εις την Καισάρειαν συνήντησε το λείψανον του Αγίου προπεμπόμενον υπό παντός πλήθους.
Ευθύς τότε ήρχισεν η γυνή να κλαίη γοερώς λέγουσα΄<<Οίμοι, δούλε του Θεού, δια τούτο με απέστειλες εις την έρημον, ίνα αποθάνης ανενόχλητος; με απέστειλες εις τον Όσιον Εφραίμ και ιδού, επέστρεψα άπρακτος. Να ιδή ο Θεός και να κρίνη μεταξύ εμού και σου, ότι, αν και ηδύνασο να κάμης να συγχωρηθή η ανομία μου, με απέστειλες προς άλλον>>. Ταύτα δε ειπούσα, έρριψε το γράμμα επί της κλίνης του Αγίου, διηγουμένη ενώπιον πάντων την υπόθεσιν. Εις δε κληρικός, λαβών το γράμμα και επιθυμών να γνωρίση οποία ήτο εκείνη η μεγάλη ανομία, εξετύλιξε τούτο, αλλ΄εύρεν όλως διόλου άγραφον. Τότε εβόησε μεγάλη τη φωνή προς την γυναίκα ειπών΄<< Άγραφος είναι όλος σου ο χάρτης, ω γύναι. Τι λοιπόν κοπιάς; Δεν γνωρίζεις την του Θεού φιλανθρωπίαν>>;
Λαβούσα η γυνή το γράμμα εις τας χείρας της και ιδούσα την ευσπλαγχνίαν του Θεού, ως και την μεγάλην του Αγίου βοήθειαν, ηυχαρίστησε τον Άγιον. Ούτω σωφρόνως και θεαρέστως ζήσασα τον υπόλοιπον χρόνον της ζωής αυτής, ανεπαύθη εν Κυρίω".
Τοιαύτη γαρ η του Δεσπότου φιλανθρωπία, ουδένα των προστρεχόντων αποστρεφομένη, αλλά χείρα ορέγει. (Μέγας Βασίλειος).
"Χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι".
"Ως βασίλειον κόσμον της Εκκλησίας Χριστού, τον Βασίλειον πάντες ανευφημήσωμεν, των δογμάτων θησαυρόν τον ανέκλειπτον΄ δια τούτων γαρ αυτός, εξεπαίδευσεν ημάς, Τριάδα σέβειν αγίαν, ηνωμένην μεν τη ουσία, διαιρετήν δε ταις υποστάσεσι".
"Βασίλειε σοφέ, παρεστώς τη Τριάδι, ικέτευε λαβείν, εν ημέρα της δίκης, ημάς τους υμνούντάς σε, και τιμώντας την μνήμην σου, χάριν, έλεος, και ιλασμόν των πταισμάτων΄ όπως στόματι, δοξάζωμεν και καρδία, τον μόνον φιλάνθρωπον".
"Ω θεία και ιερά της Χριστού Εκκλησίας μέλισσα, Βασίλειε παμμακάριστε!
"Εις πάσαν τη γην εξήλθεν ο φθόγγος σου, ως δεξαμένην τον λόγον σου΄ δι΄ου θεοπρεπώς εδογμάτισας, την φύσιν των όντων ετράνωσας, τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ιεράτευμα, Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος".
Τοιαύτη γαρ η του Δεσπότου φιλανθρωπία, ουδένα των προστρεχόντων αποστρεφομένη, αλλά χείρα ορέγει. (Μέγας Βασίλειος).
"Χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι".
"Βασίλειε σοφέ, παρεστώς τη Τριάδι, ικέτευε λαβείν, εν ημέρα της δίκης, ημάς τους υμνούντάς σε, και τιμώντας την μνήμην σου, χάριν, έλεος, και ιλασμόν των πταισμάτων΄ όπως στόματι, δοξάζωμεν και καρδία, τον μόνον φιλάνθρωπον".
"Ω θεία και ιερά της Χριστού Εκκλησίας μέλισσα, Βασίλειε παμμακάριστε!
"Εις πάσαν τη γην εξήλθεν ο φθόγγος σου, ως δεξαμένην τον λόγον σου΄ δι΄ου θεοπρεπώς εδογμάτισας, την φύσιν των όντων ετράνωσας, τα των ανθρώπων ήθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ιεράτευμα, Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος".